Η Ελευσίνα ταυτίζεται στο συλλογικό ασυνείδητο με την εργατική τάξη, χαρακτηρισμός που ιστορικά επιβεβαιώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, όταν η πόλη αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες παραγωγικές μηχανές της χώρας μέσα από τη λειτουργία βιομηχανικών μονάδων πανελλαδικής και παγκόσμιας εμβέλειας (ΤΙΤΑΝ, ΕΛΠΕ, Χαλυβουργική) που απασχολούσαν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους.
Η παρουσία της βιομηχανίας, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα (Σαπουνοποιίο, Βότρυς) και ιδίως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου (ΤΙΤΑΝ, ΠΥΡΚΑΛ, Κρόνος, Ίρις), διαμορφώνει την εργατική συνείδηση των κατοίκων δίνοντας το έναυσμα αγώνων για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την ασφάλεια στον εργασιακό περιβάλλον και καλύτερες απολαβές. Δημιουργούνται κλαδικά σωματεία εργαζομένων που με τη σειρά τους οδηγούν στην ίδρυση του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Δυτικής Αττικής και το τοπικό εργατικό κίνημα ανθίζει. Παράλληλα με την αγωνιστική δράση, στους χώρους των εργοστασίων της Ελευσίνας σφυρηλατούνται τα συναισθήματα ταξικής υπερηφάνειας, αλληλεγγύης και ενότητας μεταξύ των συναδέλφων.
Κατά την περίοδο ακμής της ελληνικής βιομηχανίας, τις δεκαετίες που ακολουθούν την κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, ένας δεύτερο κύκλος εγκατάστασης βιομηχανικών μονάδων λαμβάνει χώρα. Η πρώτη μεγάλη μεταπολεμική βιομηχανία που μετεγκαθίσταται στην περιοχή είναι η «Χαλυβουργική» το 1953. Ακολουθούν τα επόμενα χρόνια τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, η Πετρόλα και μικρότερης κλίμακας επιχειρήσεις όπως τα «Ναυπηγεία Σάββα» το παγοποιείο του Γαστουνιώτη κ.α. Το διαρκώς διογκούμενο εργατικό δυναμικό των βιομηχανιών αποτελείται από άνδρες νεαρής ηλικίας και νέες γυναίκες, οι οποίες βρίσκουν δουλειά στο οβιδοποιείο και το παγοποιείο -όπως αποκαλούνται τα αντίστοιχα εργοστάσια στους τοπικούς κύκλους- κλάδους που δεν είχαν απαιτήσεις ιδιαίτερης μυϊκής δύναμης.
Τα εργατικά ατυχήματα
Η εργασία στο μεταπολεμικό εργοστάσιο ήταν μια επικίνδυνη υπόθεση. Οι συνθήκες εργασίας, καθώς και τα ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας βρίσκονταν εξ’ ολοκλήρου υπό τον έλεγχο της διοίκησης. Οι εργάτες και εργάτριες των δεκαετιών 1950-1970 μαρτυρούν αφόρητες, επικίνδυνες και απεχθείς συνθήκες οι οποίες αντικατοπτρίζονται στα δεκάδες χιλιάδες εργατικά ατυχήματα σε εργοστασιακούς χώρους εργασίας. Το νομικό πλαίσιο για την αναγνώριση των εργατικών ατυχημάτων παρέμενε έως τότε θολό, ωστόσο οι καταγεγραμμένες μετρήσεις της τετραετίας 1958-1961 σκιαγραφούν τη ζοφερή πραγματικότητα των εργοστασίων όπου 1 στους 5 εργαζόμενους έπεφτε θύμα κάποιας μορφής εργατικού ατυχήματος και συνολικά 25 εργάτες έχαναν τη ζωή τους κάθε χρόνο στη βιομηχανία, αριθμοί που θα πολλαπλασιαστούν κατά τη διάρκεια της επταετίας (1967-1973).
Το κίνημα στην μεταπολίτευση
Η συσπείρωση των άτυπων και παράνομων εργατικών συνδικάτων του απριλιανού καθεστώτος οδηγεί σε ένα ακμάζον εργατικό κίνημα στην εποχή της μεταπολίτευσης. Εργοστασιακές επιτροπές και συνδικάτα από τα κάτω ηγούνται των αιτημάτων των εργαζομένων για αυξήσεις και βελτιώσεις των συνθηκών και των ωρών εργασίας, εφαρμόζοντας πρωτότυπες μορφές αγώνα που βασίζονται στις αρχές της αυτοοργάνωσης και λειτουργούν ως αντίβαρο στην κρατικά εποπτευόμενη ΓΣΕΕ.
Η Ελευσίνα γίνεται η θερμοκοιτίδα των νέων αυτών διαδικασιών. Το 1974 στο εργοστάσιο National Can 500 εργαζόμενοι καλούν γενική συνέλευση με θέμα τα ωρομίσθια και το εργασιακό ωράριο. Για πρώτη φορά Έλληνες εργάτες στέκονται δίπλα - δίπλα με 100 εργαζόμενους μετανάστες από το Πακιστάν.
Παράλληλες εργοστασιακές κινητοποιήσεις πραγματοποιούνται στα Ναυπηγεία Ελευσίνας. Η διοίκηση τις περισσότερες φορές προσπαθεί να κάμψει το εργοστασιακό κίνημα με απολύσεις, ρίχνοντας έτσι λάδι στη φωτιά και βάζοντας την επαναπρόσληψη των απολυμένων εργαζομένων ανάμεσα στα αιτήματα των απεργών. Mε τον νόμο 330/76 τα πρωτοβάθμια σωματεία θα κριθούν παράνομα, το κίνημα θα ηττηθεί και οι βιομήχανοι θα προχωρήσουν σε εκδικητικές απολύσεις. Στην National Can απολύθηκαν κυρίως Πακιστανοί εργάτες και μέλη των επιτροπών, τα οποία δεν προστατεύονταν με τον νέο νόμο, ενώ στα Ναυπηγεία η απεργία έληξε με υποσχέσεις για επαναπροσλήψεις και αυξήσεις της τάξης του 6%, ένα πολύ μικρότερο ποσοστό έναντι του 30-35% που ήταν το αρχικό ζητούμενο.
(Απο)κρατικοποιήσεις
Κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990 η ελληνική βιομηχανία ακολουθεί την ευρύτερη κρατική πολιτική που επιχειρεί μια σειρά παρεμβάσεων για την προστασία της εθνικής βιομηχανίας προκαλώντας την κρίση των άλλοτε ανθούντων βιομηχανικών μονάδων. Βιομηχανικές μονάδες περιέρχονται στην κρατική ιδιοκτησία με σκοπό την εξυγίανση των υφιστάμενων χρεών και μετά πωλούνται σε χαμηλές τιμές σε βιομήχανους, συχνά τους παλιούς τους ιδιοκτήτες, με καταστροφικές συνέπειες και τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Αυτή είναι η περίπτωση των Ναυπηγείων Ελευσίνας που θα παραμείνει έως πρόσφατα υπό καθεστώς εκκαθάρισης χρεών εν λειτουργία.
Στην Ελευσίνα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της πόλης είναι η επέκταση της ΠΕΤΡΟΛΑ του ομίλου Λάτση, το τρίτο μεγαλύτερο διυλιστήριο της χώρας που κατέχει υψηλή θέση παγκοσμίως στην παραγωγή και εμπορία πετρελαιοειδών. Με κρατική επιχορήγηση κατά 40% επεκτείνεται χωρίς τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και χωρίς να εφαρμόζει τις ρυθμίσεις που επέβαλε η κοινοτική Οδηγία Σεβέζο για μέτρα ασφαλείας σε περιοχές που ενέχουν κινδύνους μεγάλης κλίμακας λόγω βιομηχανικής δραστηριότητας.
Μαύρος Σεπτέμβρης
Την 1η Σεπτεμβρίου 1992 σημειώνεται έκρηξη από διαρροή υγραερίου στις εγκαταστάσεις της ΠΕΤΡΟΛΑ με 15 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Η λειτουργία της μονάδας, καθώς και των νέων μονάδων μετά από προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας του Δήμου Ελευσίνας, αναστέλλονται προσωρινά και ασκούνται ποινικές διώξεις κατά επικεφαλής του εργοστασίου. Ένα χρόνο μετά χορηγείται νέα άδεια επέκτασης ενώ σε δικαστικό επίπεδο οι επικεφαλής της μονάδας απαλλάσσονται των κατηγοριών. Το έγκλημα συγκλονίζει την τοπική κοινότητα που ζει υπό διαρκή απειλή χωρίς σχέδιο εκκένωσης της πόλης σε περίπτωση νέας έκρηξης.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 2003 τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, πρώην ΕΛΔΑ, και η ΠΕΤΡΟΛΑ συγχωνεύονται, στο πλαίσιο των αποκρατικοποιήσεων που προωθεί το κράτος, με το ελληνικό δημόσιο να κρατά την διοίκηση για πέντε χρόνια και τον όμιλο Λάτση να κατέχει το 25% του μετοχικού κεφαλαίου. Μέσα στα επόμενα χρόνια ο όμιλος αυξάνει το ποσοστό του και ελέγχει τη διοίκηση της εταιρείας.
Η μετάβαση στον τριτογενή τομέα
Στο κατώφλι του 21ου αιώνα η βιομηχανική εικόνα της πόλης αρχίζει να αλλάζει. Μια σειρά από εργοστάσια του πρώτου και δεύτερου κύματος εκβιομηχάνισης με χιλιάδες θέσεις εργασίας κλείνουν ή αλλάζουν μορφές απασχόλησης. Το ΤΙΤΑΝ σταματά την παραγωγή λευκού τσιμέντου το 2010. Η Χαλυβουργική κλείνει το 2018, μετά από παύση ηλεκτροδότησης από τη ΔΕΗ λόγω χρεών 30 εκατομμυρίων ευρώ, τα Ναυπηγεία λειτουργούν έως το 2022 υπό καθεστώς εκκαθάρισης χρεών ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ, σημαντικό μέρος των οποίων αφορούν σε οφειλές προς τους εργαζόμενους, ενώ τα ΕΛΠΕ στρέφονται σε εργοδοτικούς εργάτες. Η πόλη από παραγωγικό κέντρο της χώρας αρχίζει να χάνει την ανταγωνιστικότητα της και στρέφεται σε τριτογενείς υπηρεσίες. Βιομηχανικές εγκαταστάσεις στο κέντρο της πόλης παραμένουν εγκαταλελειμμένες με δυνατότητες αξιοποίησης νέων χρήσεων, ενώ στην περιφέρεια της πόλης γίνονται οι βάσεις των εταιρειών αποθήκευσης και μεταφοράς αγαθών (logistics).
Οικονομική κρίση & νέα δεδομένα στην εργασία
Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα η οικονομία της χώρας κλονίζεται λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεσπά παγκοσμίως. Είναι ανεξίτηλα χαραγμένη στη συλλογική μνήμη των Ελλήνων, η εικόνα του τότε πρωθυπουργού με φόντο τα καταγάλανα νερά του Αιγαίου Πελάγους στο Καστελόριζο που ανακοίνωνε την είσοδο της χώρος σε καθεστώς στήριξης και ελέγχου από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και κατ΄ επέκταση τους Ευρωπαίους Εταίρους. Η ανακοίνωση αυτή σήμαινε μια νέα εποχή για τη χώρα, με τον κόσμο της εργασίας να βιώνει τις πιο άμεσες και δραστικές αλλαγές.
Μέσα σε διάστημα μηνών οι μνημονιακές δεσμεύσεις απέναντι στους δανειστές επέβαλε μια σειρά από μέτρα στο εργασιακό πεδίο χωρίς προηγούμενο, απονευρώνοντας σημαντικά την κοινωνική συνοχή. Η αποσάθρωση των συλλογικών συμβάσεων, των κλαδικών δικαιωμάτων, η άμβλυνση των όρων προστασίας, η παγίωση των πολιτικών διαχείρισης μορφών απασχόλησης χαμηλού κόστους, η σύγκλιση ιδιωτικού και δημόσιου, η μείωση μισθών, συντάξεων και κατώτατων ορίων ήταν μια σειρά από καταιγιστικές αλλαγές σε ένταση και έκταση που συνολικά έθεσαν την πλήρη και σταθερή απασχόληση στο απόσπασμα.
Ανεργία
Το 2013 η χώρα ήταν βαθιά μέσα στην οικονομική ύφεση και η ανεργία εκείνης της χρονιάς είχε τριπλασιαστεί σε σχέση με το 2009, πλήττοντας κυρίως τους νέους και τις γυναίκες. Στη Ελευσίνα το 2011 το 45% του πληθυσμού ήταν ενεργοί οικονομικά, εκ των οποίων το 19,24% ήταν άνεργο σύμφωνα με την απογραφή της ίδιας χρονιάς. Αλλά και για τους τελευταίους, οι εργασιακές συνθήκες και το περιβάλλον εργασίας είχαν αλλάξει άρδην σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα λόγω περικοπών δαπανών, μείωσης προσωπικού, απουσία ελεγκτικών μηχανισμών, περιστολής δικαιωμάτων. Στην Ελευσίνα, όπως και στην Ελλάδα, η ανεργία καλπάζει αλλά η σχέση της πόλης με τη βιομηχανία έχει πλέον αλλάξει.